καλαντάρι

καλαντάρι
και καλενδάρι, τὸ (Α καλενδάριον και καλανδάρι και καλενδάριον και καλανδολόγιον)
νεοελλ.
ημερολόγιο, ημεροδείκτης τού τοίχου ή επιτραπέζιος
αρχ.
(στους Ρωμαίους) πιστωτικό βιβλίο στο οποίο οι ιδιώτες έγραφαν την κίνηση τών έντοκων κεφαλαίων τους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. calandarium «βιβλίο τών καλανδών»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • καλαντάρι — καλαντάρι, το και καλεντάρι, το (λ. λατ.), ημερολόγιο: Κοίταξε στο καλαντάρι πότε πέφτει το Πάσχα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αλμανάκι — το [αλμανάκ] ημερολόγιο, καλαντάρι …   Dictionary of Greek

  • καζαμίας — Τύπος λαϊκού ημερολογίου, είδος αλμανάκ. Βλ. λ. αλμανάκ. * * * ο τίτλος μικρού λαϊκού ημερολογίου που περιέχει προφητείες, ανέκδοτα κ.λπ., ημερολόγιο, καλαντάρι. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. Casamia, όν. ανύπαρκτου αστρολόγου, το οποίο έμπαινε ως τίτλος… …   Dictionary of Greek

  • καλανδάρι — το βλ. καλαντάρι …   Dictionary of Greek

  • καλανδολόγιον — καλανδολόγιον, τὸ (Μ [κάλανδα] το ημερολόγιο που καταρτιζόταν από τους αστρολόγους, το καλαντάρι, όπως ο σημερινός καζαμίας …   Dictionary of Greek

  • καλενδάρι(ον) — το (Α καλενδάριον) βλ. καλαντάρι …   Dictionary of Greek

  • πρωτομαρτιά — η, Ν 1. η πρώτη μέρα τού Μαρτίου 2. (λαογρ.) (στο λαϊκό καλαντάρι) μέρα που έχει τη σημασία πρωτοχρονιάς, καθώς ο Μάρτιος είναι ο πρώτος ανοιξιάτικος μήνας, ενώ παλαιότερα θεωρούνταν και ως ο πρώτος μήνας τού χρόνου, γεγονός που συνετέλεσε στη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”